Πηγαίνοντας για την Αθήνα!
της Δήμητρας Σπανού
Προχωρώντας αγκομαχώντας ή ξεγλιστρώντας για να φτάσετε στην πραγματική Αθήνα,
-όχι αυτή των απαίσιων, που προσπαθούν να μας παραπλανήσουν πως είναι η αληθινή-,
θα βρείτε όλους αυτούς τους ληστές του μύθου.
Ορισμένοι μάλιστα κάθονται σε θόκους ή πάνω στις μετοχές τους.
Άλλοι αριστεροί και σοσιαλιστές ηγέτες κι άλλοι αστέρες του λαικού πενταγράμου ή της ροκ σκηνής
Πάντα αναρριχώνται κλέβοντας τα δικά σου και πατώντας επί πτωμάτων και ζωντανών κομματιασμένων
Κι ένας Θησέας, παιδί μου είναι, υποφέρει, γιατί τα βασανιστήρια, έχουν κάνει το σώμα του ανήμπορο. Κι ούτε στο μπαλκόνι, τον αφήνουνε να βγει μην τον δει ο κοσμος και τους υποψιαστούνε!
Οδεύοντας προς την Αθήνα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ως παιδαγωγός του Θησέα στην αυλή του βασιλιά Πιτθέα αναφέρεται ο Τροιζήνιος Κοννίδας. Στο τέλος της εφηβείας του, ο Θησέας έμαθε από τη μητέρα του, Αίθρα, για την καταγωγή του και μπόρεσε να σηκώσει τον βράχο και να βρει όσα είχε κρύψει ο Αιγέας. Αμέσως, ξεκίνησε να πάει στην Αθήνα για να γνωρίσει τον πατέρα του, αλλά όχι με πλοίο, όπως του συνέστησε η προσεκτική πριγκίπισσα. Θέλησε να πάει από την ξηρά, την οποία λυμαίνονταν διάφοροι ληστές, προκειμένου να μιμηθεί κατά κάποιο τρόπο τους άθλους του Ηρακλή, τον οποίο είχε ως πρότυπο, αλλά και να εκκαθαρίσει τον δρόμο ως την Αθήνα από τους εγκληματίες.
Όντως, κοντά στην Επίδαυρο συνάντησε τον Περιφήτη, γνωστό και ως «Κορυνήτη» από το σιδηρό ρόπαλο που χρησιμοποιούσε για να σκοτώνει τους διαβάτες. Ο Θησέας κατόρθωσε να του το αρπάξει και να τον σκοτώσει με αυτό. Στη συνέχεια, στον Ισθμό της Κορίνθου, συνάντησε τον Σίνη τον «Πιτυοκάμπτη» (= αυτόν που λυγίζει τα πεύκα), ο οποίος έσχιζε στα δύο τα θύματά του δένοντάς τα ανάμεσα σε δύο λυγισμένα πεύκα. Ο Θησέας τον θανάτωσε με τον ίδιο τρόπο. Όχι πολύ μακριά από τον Ισθμό, στην Κρομμυώνα (Άγιοι Θεόδωροι), ο Θησέας σκότωσε την αγριόχοιρο Φαία, η οποία έκανε μεγάλες καταστροφές στην περιοχή. Στις Σκιρωνίδες Πέτρες, τη σημερινή Κακιά Σκάλα, αντιμετώπισε τον ομώνυμο ληστή, τον Σκίρωνα, ο οποίος ανάγκαζε τους περαστικούς να του πλένουν τα πόδια, οπότε καθώς εκείνοι ήταν σκυμμένοι τους κλοτσούσε και τους έριχνε στον γκρεμό, όπου τους έτρωγε μία τεράστια χελώνα. Ο Θησέας τον έριξε στον γκρεμό. Προχωρώντας στην Ελευσίνα, ο ήρωας πάλεψε με τον Κερκύονα, που σκότωνε τους διαβάτες πνίγοντάς τους με ένα ισχυρό εναγκαλισμό και τον θανάτωσε χτυπώντας το κεφάλι του στη γη. Τέλος, στον Κηφισό στην Ιερά Οδό (κοντά στο σημερινό Δαφνί), εξόντωσε και τον Πολυπήμονα, τον πατέρα του Σίνη, γνωστότερο ως «Προκρούστη» επειδή εξαπατούσε τους ταξιδιώτες και τους παρέσυρε στο σπίτι του, όπου τους εξάρθρωνε τα πόδια ή τους τα έκοβε με πριόνι για να τους «ταιριάξει» στο κρεβάτι του. Μετά από όλα αυτά, ο Θησέας δέχθηκε κάθαρση από τους υιούς του Φυτάλου, στα ύδατα του Κηφισού, για τις δολοφονίες όλων των ληστών, ώστε να αντικρίσει για πρώτη φορά τον πατέρα του ως εξαγνισμένος ήρωας.
Σας το αφιερώνω παιδιά μου
εγώ ποτέ δεν τόβαλα κάτω
Ηλεκτρικός Θησέας - 1987 |
|
||||||||||
Στίχοι:
Δημήτρης Βάρος
Μουσική:
Γιάννης Μαρκόπουλος
Με κάτασπρο πανί ένα καράβι απ’ το πενήντα έχει να φανεί
και συ βιδώθηκες μες στο λιμάνι με ανθοδέσμη που `χει μαραθεί. Ηλεκτρικός Θησέας σε πηγάδι κι η Αριάδνη έχει μουγκαθεί ηλεκτρικός Θησέας σε πηγάδι κι η Αριάδνη έχει μουγκαθεί. Σε εδίκασαν να σπαταλάς τα χρόνια σε μια ζωή χωρίς προοπτική. Χάνεσαι σαν τον γλάρο στην Ομόνοια και όταν ψάχνεις λύση στην φυγή, πληρώνεις όσο όσο τα διόδια και κομματιάζεσαι στην εθνική. Ηλεκτρικός Θησέας σε πηγάδι κι Αριάδνη έχει μουγκαθεί. Ποιος είναι ισοβίτης στο σκοτάδι ποιος αλαφιάζει δίχως πληρωμή; Ποιος σκύβει στους αφέντες το κεφάλι και ποιος τα βράδια κλαίει σαν παιδί; Ποιος ονειρεύεται πως κάποιοι άλλοι βγαίνουν και κάνουν πρώτοι την αρχή; Ηλεκτρικός Θησέας σε πηγάδι κι η Αριάδνη έχει μουγκαθεί. Ναυάγια ονείρων αρμενίζουν και τα κεφάλια γεμισαν σκουριά. Στα σούπερ μάρκετ τέλειωσε η ελπίδα και συ κοκάλωσες στη σκαλωσιά. Πού πήγαν οι τριακόσιοι του Λεωνίδα και τι θα πούμε τώρα στα παιδιά; Ηλεκτρικός Θησέας; Και τα λοιπά. Φοβάσαι ότι θα `ρθει καταιγίδα και θα μας πνίξει όξινη βροχή, βάλε σε γυάλα μέσα την πατρίδα και κρύψε την καλά μέσα στη γη. Μήπως την ψάχνουν σαν την Ατλαντίδα αφού η Πανδώρα ανοίγει το κουτί; Ηλεκτρικός Θησέας σε πηγάδι κι η Αριάδνη έχει μπερδευτεί. Ψηφοθηρία, λόγοι κι εμβατήρια ποτέ δεν έφεραν την αλλαγή για αυτό και χάθηκες στα σφαιριστήρια και μες στα γήπεδα την Κυριακή. Τώρα καθώς κοιτάς τα διυλιστήρια ρωτάς ποιοι σ’ έχουν βάλει στο κλουβί. Ηλεκτρικός Θησέας σε πηγάδι κι η Αριάδνη έχει τρελαθεί. Να κλείσεις θες πληγή θανατηφόρα και μες στα "Νέα" ψάχνεις για δουλειά. Τα δάκρυα σου γίνονται μαστίγια και τον λαιμό σου σφίγγουν σαν θηλιά. Όσα τα κέρδισες με τα μαρτύρια τα παζαρεύουν πάλι στα χαρτιά, τρέχεις να ψάξεις μες στα καταφύγια και βρίσκεις μιαν αιχμάλωτη γενιά. Μια πλαστική ανέμισες σημαία, πίστεψες σ’ έναν άγνωστο θεό κρέμασες το μυαλό σε μια κεραία ειδήσεις σίριαλ και τσίχλα ροκ. Και πώς θα ξημερώσει άλλη μέρα όταν τα λάθη κλέβουν τον καιρό; Και πώς θα ξημερώσει άλλη μέρα όταν το ψέμα σέρνει τον χορό; Ζωγράφισε έναν ήλιο στο ταβάνι, μίλησε με τ’ αγέρι της νυχτιάς και χόρεψε μαζί με τη σκιά σου στους ήχους μιας αδύναμης καρδιάς. Πάρε τηλέφωνο τη μοναξιά σου ή βγες ξανά στον δρόμο της φωτιάς πάρε τηλέφωνο τη μοναξιά σου ή βγες ξανά στον δρόμο της φωτιάς. |