της Δήμητρας Σπανού Καθηγήτριας Χημικού
Οι ορμόνες που σχετίζοναι με το φύλο παράγονται από τα επινεφρίδια και τους γεννητικούς αδένες του άνδρα ή της γυναίκας
ΓΕΝΝΗΤΙΚΕΣ ΟΡΜΟΝΕΣ ΕΠΙΝΕΦΡΙΔΙΩΝ
Από τα επινεφρίδια παράγονται ανδρογόνα και οιστρογόνα υπό τον έλεγχο της φλοιοτρόπου ορμόνης ACTH που εκκρίνεται από την υπόφυση του εγκεφάλου
Στα επινεφρίδια επίσης παράγονται και δυο άλλοι τύποι ορμονών τα αλατοκορτικοειδή και τα γλυκοκορτικοειδή. Η ορμόνη της υπόφυσης ACTH επιδρά σε έναν μικρό βαθμό στα αλατοκορτικοειδή έχει όμως άμεση σχέση με τα γλυκοκορτικοειδή (κορτιζόνη) από την συγκέντρωση των οποίων και ελέγχεται με μηχανισμό αρνητικής ανατροφοδότησης.
Η ρύθμιση της έκκρισης τεστοστερόνης γίνεται με ανάδρομη αντίδραση κατά την ενήλικη ζωή. Η αύξηση της τεστοστερόνης αναστέλει την ωχρινότροπο ορμόνη ,
Η φυσιολογική έκκριση των ανδρογόνων και οιστρογόνων των επινεφριδίων ελέγχεται επίσης από την ACTH . Σε φυσιολογικές καταστάσεις η επιδράσεις τους στον οργανισμό είναι ασήμαντες, όμως σε περιπτώσεις απόκκλισης από τις φυσιολογικές τιμές υπάρχουν σημαντικές παρενέργειες.
ΓΕΝΝΗΤΙΚΕΣ ΟΡΜΟΝΕΣ ΤΩΝ ΓΕΝΝΗΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ
ΓΕΝΝΗΤΙΚΕΣ ΟΡΜΟΝΕΣ ΣΤΟΝ ΑΝΔΡΑ
Παράγονται κυρίως στους όρχεις: (Γεννητικοί αδένες Άνδρα)
Η τεστοστερόνη :
Παράγεται στους όρχεις των Ανδρών κατά την ενδομήτρια ζωή από τον δεύτερο μήνα κύησης έως την γέννηση, και κατά την εξωμήτρια από το 10 έτος της ηλικίας ως τα γεράματα.
Είναι υπεύθυνη για την εμφάνιση και την διατήρηση των γεννητικών οργάνων και των χαρακτηριστικών του φύλου,
Επηρρεάζουν επίσης το μέγεθος του πέους κυρίως κατά την στύση, την υφή των σπερμοδόχων κύστεων και το ποσό της φρουκτόζης που παράγουν και που αποτελεί την τροφή των σπερματοζωαρίων
. Επηρρεάζει τα δευτερογενή χαρακτηριστικά του φύλου, την τριχοφυία στο στέρνο και γεννητικά όργανα , παραγωγή σμίγματος στο σώμα, επιμήκυνση των φωνητικών χορδών και πάχυνση του βλενογόνου τους ώστε να έχει ο άνδρας πιο βαρειά φωνή. Ενεργητική συμπεριφορά και ενδιαφέρον για το άλλο φύλο κ.λ.π..
Ασκεί αναβολική επίδραση στην πρωτεινοσύνθεση, και γι αυτόν τον λόγο έχουμε
μεγαλύτερη ανάπτυξη του μυικού συστήματος στον άνδρα από την γυναίκα.
Αυξάνει το οργανικό υπόστρωμα των οστών του οργανισμού και οστεοποιεί τον συζευκτικό χόνδρο με την εναπόθεση αλάτων ασβεστίου
και λειτουργούν κατά της οστεοπόρωσης. Ταυτόχρονα έτσι αναστέλεται η σε μήκος αύξηση .(παύουν να ψηλώνουν τα αγόρια όταν αρχίσουν να εμφανίζονται τα ανδρικά χαρακτηριστικά. Σε πρόωρη έκκριση τεστοστερόνης έχουμε βραχυσωμία, αντίθετα σε υπογονιαδικα άτομα και ευνούχους εμφανίζεται μεγαλύτερη ανάπτυξη του σώματος σε μήκος
Πολλές φορές χορηγείται θεραπευτικά σε περιπτώσεις ισχοπάθειας, γεροντικού μαρασμού κ.α. για την ανάπτυξη ιστών
Αυξάνει την παραγωγή των ερυθρών αιμοσφαιρίων γιατί διατηρεί τον αιμοποιητικό ιστό σε υψηλά επίπεδα
Αυξάνει την συγκέντρωση χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεινών (κάτι σαν την κακή χοληστερόλη) και τον κίνδυνο αγγειακής νόσου
Ρυθμίζει την ωρχινοτροπο ορμόνη LH με αρνητική ανατροφοδότηση. Επίσης επηρεάζει την θυλακιοτρόπο ορμόνη FSH
Η γυμναστική και ιδιαίτερα οι σύνθετες ασκήσεις με ενδιάμεσα μικρά διαλείματα ενισχύουν την παραγωγή τεστοστερόνης και την ανάπτυξη των μυών
Τεστοστερόνη και στον γυναικείο οργανισμό
Η τεστοστερόνη όμως υπάρχει σε μικρές ποσότητες και στον γυναικείο οργανισμό. Παράγεται (όπως και στον ανδρικό οργανισμό δευτερογενώς)
1. Από μια πρόδρομη ορμόνη του φλοιού των επινεφριδίων την δευδροεπιανδροστερόνη, που στην συνέχεια μετατρέπεται σε τεστοστερόνη
2. Στο εσωτερικό περίβλημα της ωοθήκης, όπου συμβάλει στην καλή λειτουργία των γεννητικών οργάνων της γυναίκας, και μετατρέπεται στην συνέχεια σε μια ασθενέστερη γυναικεία ορμόνη την οιστρόλη που παίζει σημαντικό ρόλο μετά την εμμηνόπαυση
Η τεστοστερόνη στην γυναίκα συμβάλει στην ζωτικότητά της, την καλή διάθεση και την σεξουαλική επιθυμία
ΓΕΝΝΗΤΙΚΕΣ ΟΡΜΟΝΕΣ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Οιστρογόνα παράγονται κυρίως στις ωοθήκες ( Γεννητικού αδένες Γυναίκας)
Σε μικρότερες ποσότητες, παράγονται σε άλλους ιστούς όπως ο μαστός, το ήπαρ και τα επινεφρίδια.[2]
Τα οιστρογόνα επίδρούν στα γεννητικά όργανα του θήλεος και στα δευτερεύοντα χαρακτηριστικά του θήλεος..
Εκκρίνεται αρχικά από το βλαστικό επιθήλιο (ωοθήκες ) και στην συνέχεια από το ωχρό σωμάτιο (που προέρχεται από τα υπολείματα του ωοθηλακίου μετά την ωορρηξία)
Οιστραδιόλη: Η κυριότερη γυναικεία ορμόνη , εκκρίνεται από τις ωοθήκες κυρίως στο πρώτο μισό του γεννετικού κύκλου της
Οιστρόνη: Εκκρίνεται επίσης από τις ωοθήκες και ασκεί ανάλογη αλλά μικρότερη επίδραση από την οιστραδιόλη
Προγεστερόνη: παράγεται κάτω από την επίδραση της ωχρινοποιητικής ορμόνης (LH) του πρόσθιου λοβού της υπόφυσης. Εκκρίνεται κατά το δεύτερο μισό του γεννετικού κύκλου της γυναίκας από το ωχρό σωμάτιο
Γονιδιακή γονιδοτροπίνη : Οι δύο αυτές ορμόνες Οιστραδιόλη και Προγεστερόνη αναστέλλονται 48 ώρες πριν την έμμηνο ρήση (σε περίπτωση που δεν υπάρχει κύηση)
Κατά την κύηση οι δυο αυτές ορμόνες εκκρίνονται από το ωχρό σωμάτιο στην αρχή της εγκυμοσύνης. Από το ωχρό σωμάτιο και από τον πλακούντα αργότερα παράγεται η ορμόνη της εγκυμοσύνης η γονιδιακή γονιδοτροπίνη
Οιστραδιόλη
Η οιστραδιόλη (και όλα τα οιστρογόνα ) στην παιδική ηλικία εκκρίνεται σε ελάχιστα ποσά, και πολλαπλασιάζεται η παραγωγή της κατά την εφηβεία. Επιδρούν στην ανάπτυξη των γεννητικών οργάνων του θήλεος (εσωτερικά και εξωτερικά) . Επίσης στην ανάπτυξη των δευτερευόνταν χαρακτηριστικών της γυναίκας
και την εγκυμοσύνη
Συγκεκριμένα στον γεννετικό κύκλο της γυναίκας εκκρίνονται στο πρώτο μισό του και , προκαλούν αύξηση στην αιμάτωση των ωοθηκακίων και συμβάλλουν στην ωρίμανση του ωαρίου στις ωοθήκες, σε περίπτωση κύησης. Ενισχύουν τις συστολές των μυών του εσωτερικού της μήτρας και επιταχύνουν τις μιτώσεις (πολλαπλασιασμός κυττάρων) ώστε να υπάρχει η υπερπλασία στο ενδομήτριο στο πρώτο μισό του γενετικόυ κύκλου.
Στον κόλπο προκαλούν αύξηση του βλενογόνου με συνέπεια την ελάττωση του PH και την αντίσταση στις λοιμώξεις.
Στους μαστούς προάγουν την ανάπτυξη συνδετικού υποστρώματος και και των αδενικών πόρων.
Στα οστά επιδρούν όπως τα ανδρογόνα και ευνοούν την δραστηριοποίηση των οστεοβλαστών και την απόθεση αλάτων ασβεστίου με οστεοποίηση του συζευκτικού χόνδρου και αναστολή της κατά μήκους ανάπτυξης. Κορίτσια με πρώιμη σεξουαλική ωριμότητα δεν ψηλώνουν πολύ.
Ευννούν την εναπόθεση λίπους στους μαστούς γλουτούς και μηρούς.
Επιρρεάζουν τα αλατοκορτικοειδή με συνέπεια την κατακράτηση χλωριούχου νατρίου και νερού στο σώμα.
Αυξάνουν την πρωτεινοσύνθεση και συγκεκριμένα λειτουργικών πρωτεινών - φορέων και επίσης πρωτεινών του πλάσματος που σχετίζονται με την πήξη του αίματος
Συγκεκριμένα αυξάνουν τις ειδικές πρωτείνες για την δέσμευση της θυροξίνης και της κορτιζόνης
Επηρρεάζουν ακόμα και την άλλη ορμόνη της κατηγορίας των γεννητικών της προγεστερόνης, αφού ελέγχουν τον αριθμό των ενδοκυττάριων υποδοχέων της
Ελαττώνει την χοληστερόλη και τις β γλυκοπρωτείνες και αυξάνει την HDL χοληστερόλη (καλή χοληστερόλη) και τα τριγλυκερίδια.
Στο ΚΝΣ τα οιστρογόνα ελέγχουν τον ιππόκαμπο του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνος για την μνήμη.
Στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα: Η οιστρογόνος ορμόνη ελέγχει την ικανότητα της σκέψης και της αντίληψης και την ικανότητα για προσαρμοστικότητα και αλλαγές
Η αμυγδαλή του εγκεφάλου επίσης που είναι υπεύθυνη για την ψυχική ισορροπία και την σεξουαλική δραστηριότητα, περιέχει εκατοντάδες υποδοχείς οιστρογόνου ορμόνης
Την παρεγκεφαλίδα επηρρεάζει ένα κύτταρο η ελαιά που λειτουργεί σαν χρονοδιακόπτης και βοηθά στον συγχρονισμό των κινήσεων από την παρεγκεφαλίδα
Τα οιστρογόνα επιταχύνουν τις λειτουργίες της παρεγκεφαλίδας και
βελτιώνονται οι ικανότητες για εκτέλεση πολύπλοκων κινήσεων που απαιτούν δεξιοτεχνία
Η προγεστερόνη
Εκκρίνεται κατά το δεύτερο μισό του εμμηνορυσιακού κύκλου από το ωχρό σωμάτιο και κατά την εγκυμοσύνη από τον πλακούντα
Προκαλεί ανάπτυξη αδένων του ενδομήτριου (μετά την υπερπλασία που προκαλούν τα οιστρογόνα στο πρώτο μισό) και περιορίζει την κινητικότητα του ενδομήτριου.
Στον μαστό συνεχίζει και τελειοποιεί τον αδενικό ιστό.
Φαίνεται ότι εξαρτάται και συνεχίζει την δράση της οιστραδιόλης αφού η τελευταία αυξάνει τον αριθμό των θέσεων υποδοχής της προγεστερόνης στα κύτταρα -στόχους. Αλλά και κατά την εγκυμοσύνη η επίδρασή της ασκείται μετά την επίδραση των οιστρογόνων
Στο λεύκωμα (σε αντίθεση με τα οιστρογόνα) ασκεί ήπια καταβολική επίδραση και χρησιμοποίηση των αμινοξέων από το ήπαρ
Στον εγκέφαλο καταστέλει την έκκριση της θυλακιοτρόπου και της ωχρινοτρόπου ορμόνης (αρνητικός ανατροφοδοτικός μηχανισμός)
Οι διαταραχές στην συμπεριφορά κατά τις τελευταίες ημέρες του κύκλου πριν την έμμηνη ρύση, αλλά και στο τελευαίο τρίμηνο της κύησης αποδίδονται στην προγεστερόνη
Προκαλεί επίσης αύξηση της θερμοκρασίας του σώματος κατά 0,2 έως 0,3 βαθμούς. Φαίνεται πως ασκείται επίδραση στο θερμορυθμιστικό κέντρο στον υποθάλαμο, με συνέπεια την μετατόπιση της θερμορύθμισης . Στην θερμομέτρηση στηρίζεται η εύρεση της μέρας ρήξης του ωοθηλακίου όταν έχουμε απότομη άνοδο της θερμοκρασίας καυά 0.2 έως 0.3 βαθμούς Κελσίου από την προηγούμενη μέρα. Αυτό ξεκινά από την ελευθέρωση του ωαρίου και διατηρείται έως το τέλος του κύκλου
Δήμητρα Σπανού
ΠΗΓΕΣ
ΕΠΙΤΟΜΗ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΑΤΖΗΜΗΝΑ
Εμμηνόπαυση MIRIAM STOPPARD
https://panacea.med.uoa.gr/topic.aspx?id